Ερώτηση
Είμαι ινδουιστής· γιατί να θεωρήσω πως πρέπει να γίνω χριστιανός;
Απάντηση
Η σύγκριση του ινδουισμού με τον χριστιανισμό είναι δύσκολη, κατά μέρος διότι ο ινδουισμός είναι μια δύσκολη θρησκεία για την αντίληψη της Δύσης. Εμπεριέχει πλούσια ιστορία και περίπλοκη θεολογία. Ίσως δεν υπάρχει άλλη θρησκεία στον κόσμο περισσότερο ποικιλόμορφη ή περίτεχνη. Η σύγκριση του ινδουισμού με τον χριστιανισμό μπορεί εύκολα να συγκλονίσει τον αρχάριο στη σύγκριση θρησκειών. Έτσι, η προτεινόμενη ερώτηση θα πρέπει ν' αντιμετωπιστεί προσεκτικά και με ταπεινό πνεύμα. Η απάντηση που δίνεται εδώ δεν έχει σκοπό να δώσει την εντύπωση πως πρόκειται για ολοκληρωμένη ή εμπεριστατωμένη κατανόηση του ινδουισμού σε οποιοδήποτε συγκεκριμένο σημείο. Η απάντηση απλώς συγκρίνει μερικά σημεία μεταξύ των δύο θρησκειών σε μια προσπάθεια να δείξει ότι ο χριστιανισμός αξίζει ιδιαίτερη θεώρηση.
Πρώτον, ο χριστιανισμός θα πρέπει να θεωρηθεί για την ιστορική του επιβίωση. Ο χριστιανισμός έχει ιστορικά ριζωμένους χαρακτήρες και γεγονότα εντός του σχήματός του, που είναι αναγνωρίσιμα μέσω των εγκληματολογικών επιστημών όπως η αρχαιολογία και η κριτική των κειμένων. Ο ινδουισμός έχει σίγουρα την ιστορία του αλλά η θεολογία του, η μυθολογία του και η ιστορία συχνά συγχέονται τόσο που γίνεται δύσκολο να εξακριβώσεις πού σταματάει η μια και πού αρχίζει η άλλη. Ομολογείται ελεύθερα πως η μυθολογία είναι αποδεκτή στον ινδουισμό, που εμπεριέχει περίτεχνους μύθους που χρησιμοποιούνται για να εξηγήσουν τις προσωπικότητες και τις φύσεις των θεών. Ο ινδουισμός παρουσιάζει μια συγκεκριμένη ευελιξία και προσαρμοστικότητα διαμέσου της ιστορικής του ασάφειας. Εκεί, όμως, που μια θρησκεία δεν είναι ιστορική, είναι πολύ λίγο ελέγξιμη. Μπορεί να μην είναι πλαστογραφημένη σ' εκείνη την περιοχή αλλά δεν είναι ούτε αξιολογήσιμη. Είναι η κυριολεκτική ιστορία της ιουδαϊκής και τελικά χριστιανικής Παράδοσης που δικαιολογεί τη θεολογία του χριστιανισμού. Αν ο Αδάμ και η Εύα δεν υπήρξαν, αν ο Ισραήλ δεν εξήλθε από την Αίγυπτο, αν ο Ιωνάς αποτέλεσε μόνο μια αλληγορία ή αν ο Χριστός δεν περπάτησε πάνω στη γη, τότε ολόκληρη η χριστιανική θρησκεία μπορεί δυνητικά να καταρρεύσει σ' αυτά τα σημεία. Για τον χριστιανισμό, μια εσφαλμένη ιστορία θα σήμαινε μια θεολογία που μπάζει. Αν αυτή ήταν η ιστορική κατάσταση θ' αποτελούσε αδυναμία για τον χριστιανισμό εκτός από τα ιστορικώς ελέγξιμα τμήματα της χριστιανικής Παράδοσης που πολύ συχνά επιβεβαιώνονται κι έτσι η αδυναμία μετατρέπεται σε δύναμη.
Δεύτερον, ενώ και ο χριστιανισμός και ο ινδουισμός έχουν ιστορικά πρόσωπα-κλειδιά, φαίνεται πως μόνον ο Χριστός έχει αναστηθεί σωματικά από τους νεκρούς. Πολλοί άνθρωποι στην ιστορία υπήρξαν σοφοί δάσκαλοι ή ξεκίνησαν θρησκευτικά κινήματα. Έτσι και ο ινδουισμός έχει σοφούς δασκάλους και επίγειους ηγέτες. Αλλά ο Χριστός ξεχωρίζει. Οι πνευματικές Του διδασκαλίες επιβεβαιώνονται με μια δοκιμή που μόνο μια θεία δύναμη θα μπορούσε ν' αντέξει, αυτήν του θανάτου και της σωματικής Του ανάστασης –ένα γεγονός που ο ίδιος προφήτεψε και εκπληρώθηκε σ' Αυτόν (Ματθαίος 16:21, 20:18-19, Μάρκος 8:31, Λουκάς 9:22, Ιωάννης 20-21, Α΄ Κορινθίους 15).
Επιπρόσθετα, το χριστιανικό δόγμα της ανάστασης διαφέρει από το ινδουιστικό δόγμα της μετενσάρκωσης. Αυτές οι δύο ιδέες είναι διαφορετικές. Και μόνο η ανάσταση μπορεί να εξαχθεί πειστικά από την ιστορική και αποδεικτική μελέτη. Η ανάσταση του Ιησού Χριστού, ειδικότερα, διαθέτει αξιοσημείωτη αιτιολόγηση τόσο από κοσμικούς όσο και από θρησκευόμενους ακαδημαϊκούς. Δεν υπάρχει η ανάλογη επαλήθευση για το ινδουιστικό δόγμα της μετενσάρκωσης. Θεώρησε τις εξής διαφορές:
Με την ανάσταση σχετίζεται ένας θάνατος, μια ζωή, ένα θνητό σώμα κι ένα καινούριο και αθάνατο δοξασμένο σώμα. Η ανάσταση λαμβάνει χώρα με θεία επέμβαση, είναι μονοθεϊστική, ελευθερώνει από την αμαρτία και ουσιαστικά λαμβάνει χώρα στους έσχατους καιρούς. Η μετενσάρκωση, απεναντίας, περιλαμβάνει πολλούς θανάτους, πολλές ζωές, πολλά φθαρτά σώματα και κανένα άφθαρτο σώμα. Επιπλέον, η μετενσάρκωση συμβαίνει δια των φυσικών νόμων, είναι συνήθως πανθεϊστική (όλα είναι θεός), λειτουργεί στη βάση της κάρμα και είναι πάντοτε ενεργής. Φυσικά, μια απλή καταγραφή των διαφορών δεν αποδεικνύει την αλήθεια οιασδήποτε εξήγησης. Αν, όμως, η ανάσταση είναι ιστορικά ευαπόδεικτη, η διάκριση των δύο μεταθανάτιων προοπτικών διαχωρίζει τη δικαιολογημένη εξήγηση από τη μη δικαιολογημένη. Η ανάσταση του Χριστού και το μεγαλύτερο χριστιανικό δόγμα της ανάστασης αξίζουν να μελετηθούν.
Τρίτον, οι χριστιανικές Γραφές είναι ιστορικά εξέχουσες και αξίζουν σοβαρή μελέτη. Σε αρκετές δοκιμασίες η Αγία Γραφή υπερέχει των ινδουιστικών Βεδών και όλων των άλλων βιβλίων της αρχαιότητας για το ζήτημα αυτό. Θα μπορούσε μάλιστα να πει κάποιος ότι η ιστορία της Βίβλου είναι τόσο πειστική ώστε η αμφισβήτηση της ισοδυναμεί με αμφισβήτηση της ίδιας της ιστορίας, καθώς πρόκειται για το πλέον επαληθεύσιμο, ιστορικά, βιβλίο της αρχαιότητας. Το μόνο βιβλίο που έχει περισσότερο επαληθευτεί ιστορικά περισσότερο από την Παλαιά Διαθήκη (τις εβραϊκές Γραφές) είναι η Καινή Διαθήκη. Θεώρησε τα ακόλουθα:
1) Περισσότερα χειρόγραφα υπάρχουν για την Καινή Διαθήκη παρά για οποιοδήποτε άλλο κείμενο της αρχαιότητας –5.000 ελληνικά χειρόγραφα, 24.000 συνολικά, συμπεριλαμβανομένων όλων των άλλων γλωσσών. Η πολλαπλότητα των χειρογράφων μας επιτρέπει να έχουμε μια τεράστια ερευνητική βάση με την οποία μπορούμε να συγκρίνουμε τα κείμενα μεταξύ τους και να εξακριβώσουμε τι έλεγαν τα αυτόγραφα.
2) Τα χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης είναι πλησιέστερα, χρονικά, στα αυτόγραφα από κάθε άλλο χειρόγραφο κείμενο της αρχαιότητας. Όλα τα αρχικά κείμενα γράφτηκαν εντός της χρονικής διάρκειας του βίου των συγχρόνων (αυτοπτών μαρτύρων), τον πρώτο μ.Χ. αιώνα, κι έχουμε τώρα τμήματα χειρογράφων τόσο παλιών, του 125 μ.Χ. Βρίσκονται ολόκληρα αντίγραφα βιβλίου του 200 μ.Χ. και ολόκληρη η Καινή Διαθήκη μπορεί να βρεθεί χρονολογημένη το 250 μ.Χ. Το γεγονός ότι όλα τα βιβλία της Καινής Διαθήκης γράφτηκαν τον καιρό που ζούσαν οι αυτόπτες μάρτυρες σημαίνει ότι δεν μπορούσαν ν' αναγάγουν τις αφηγήσεις σε μύθους. Επιπλέον, οι ισχυρισμοί τους περί αλήθειας κρίνονταν από τα μέλη της Εκκλησίας οι οποίοι ως προσωπικοί μάρτυρες των συμβάντων μπορούσαν να ελέγξουν τα γεγονότα.
3) Τα χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης είναι τα πλέον ακριβή από κάθε άλλα της αρχαιότητας. Ο John R. Robinson στο Ειλικρινής με τον Θεό αναφέρει ότι η Καινή Διαθήκη είναι κατά 99,9% ακριβής (περισσότερο ακριβής από κάθε άλλο πλήρες αρχαίο βιβλίο). Ο Bruce Metzger, ένας ειδικός στην Καινή Διαθήκη, προτείνει ένα πιο μετριοπαθές 99,5%.
Τέταρτον, ο χριστιανικός μονοθεϊσμός πλεονεκτεί έναντι του πανθεϊσμού και του πολυθεϊσμού. Δεν θα ήταν δίκαιο να χαρακτηρίζαμε τον ινδουισμό ως μόνο πανθεϊστικό (τα πάντα είναι θεός) ή μόνο πολυθεϊστικό (πίστη σε πολλούς θεούς). Εξαρτάται από το ρεύμα του ινδουισμού στο οποίο κάποιος αναφέρεται, το αν είναι πανθεϊστικό, πολυθεϊστικό, μονιστικό («τα πάντα είναι ένα»), μονοθεϊστικό ή ένας αριθμός άλλων επιλογών. Ο πολυθεϊσμός και ο πανθεϊσμός είναι, όμως, δύο δυνατά ρεύματα του ινδουισμού. Ο χριστιανικός μονοθεϊσμός έχει αξιοσημείωτα πλεονεκτήματα έναντι αυτών των δύο. Λόγω μη επαρκούς χώρου, αυτές οι τρεις κοσμοθεωρίες συγκρίνονται μεταξύ τους μόνο σ' ένα σημείο, την ηθική.
Τόσο ο πολυθεϊσμός όσο και ο πανθεϊσμός έχουν μια αμφισβητήσιμη βάση για την ηθική τους. Για τον πολυθεϊσμό, εφόσον αποδέχεται την ύπαρξη πολλών θεών, ποιος θεός απ' όλους έχει το υπέρτατο πρότυπο ηθικής που οι άνθρωποι καλούνται να τηρήσουν; Όταν υπάρχουν πολλοί θεοί, το ηθικό τους σύστημα είτε δεν συγκρούεται, είτε συγκρούεται είτε δεν υπάρχει. Αν δεν υπάρχει, τότε η ηθική έχει επινοηθεί και στερείται βάσης. Η αδυναμία αυτής της θέσης είναι αυταπόδεικτη. Αν τα ηθικά συστήματα δεν συγκρούονται, τότε με ποια αρχή ευθυγραμμίζονται; Όποια και αν είναι η αρχή της ευθυγράμμισης, αυτή υπερτερεί των θεών. Οι θεοί δεν είναι τέλειοι από τη στιγμή που ανταποκρίνονται σε κάποια άλλη εξουσία. Συνεπώς, υπάρχει μια ανώτερη πραγματικότητα την οποία οφείλει κάποιος ν' ακολουθήσει πιστά. Το γεγονός αυτό κάνει τον πολυθεϊσμό να φαίνεται ρηχός, αν όχι κενός. Σύμφωνα με την τρίτη εκδοχή, αν οι θεοί συγκρούονται στα πρότυπα της ηθικής των περί καλού και κακού, τότε η υπακοή σ' έναν θεό σημαίνει πως διακινδυνεύεις να παρακούσεις κάποιον άλλον προκαλώντας την τιμωρία. Η ηθική θα ήταν σχετική. Το καλό σύμφωνα με κάποιον θεό δεν είναι απαραίτητα «καλό» με αντικειμενική και πανανθρώπινη έννοια. Για παράδειγμα, η θυσία ενός παιδιού στον θεό Κάλι συστήνεται από ένα ρεύμα του ινδουισμού αλλά είναι αξιοκατάκριτη από πολλά άλλα. Αλλά σίγουρα, η θυσία ενός παιδιού είναι παρ' όλα αυτά απαράδεκτη.
Ο πανθεϊσμός δεν τα πηγαίνει πολύ καλύτερα από τον πολυθεϊσμό από τη στιγμή που ισχυρίζεται ότι υπάρχει ένα μόνο πράγμα –μία θεία πραγματικότητα- κι έτσι αρνούμενη την απόλυτη διάκριση μεταξύ του «καλού» και του «κακού». Αν το «καλό» και το «κακό» ήσαν πραγματικά διαχωρισμένα, τότε δεν υπήρχε μόνο μία αχώριστη πραγματικότητα. Ο πανθεϊσμός πραγματικά δεν επιτρέπει την ηθική διάκριση του «καλού» και του «κακού». Το καλό και το κακό εξανεμίζονται μέσα στην ίδια αδιαίρετη πραγματικότητα. Ακόμη κι αν τέτοιοι διαχωρισμοί όπως οι έννοιες του «καλού» και του «κακού» μπορούσαν να γίνουν, το πλαίσιο της κάρμα ακυρώνει το ηθικό πλαίσιο αυτής της διάκρισης. Η κάρμα είναι μια απρόσωπη αρχή, κάτι σαν φυσικός νόμος, όπως είναι η βαρύτητα ή η αδράνεια. Όταν η κάρμα επηρεάζει μια αμαρτωλή ψυχή, δεν πρόκειται για τη θεία τιμωρία που φέρνει κρίση. Πρόκειται μάλλον για την απρόσωπη αντίδραση της φύσης. Αλλά η ηθική προϋποθέτει προσωπικότητα –την οποία η κάρμα δεν μπορεί να προσφέρει. Για παράδειγμα, δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε ένα ραβδί που κάποιος το χρησιμοποιεί για να κτυπήσει κάποιον άλλον. Το ραβδί είναι αντικείμενο που δεν διαθέτει ηθική ικανότητα ή καθήκον. Κατηγορούμε όμως το πρόσωπο που χρησιμοποίησε το ραβδί για να κάνει κακό. Το πρόσωπο αυτό έχει ηθική ικανότητα και ηθική υποχρέωση. Παρομοίως, αν η κάρμα είναι απλώς απρόσωπη φύση, τότε στερείται ηθικής και δεν αποτελεί επαρκή βάση για την ηθική.
Η ηθική του χριστιανικού μονοθεϊσμού, όμως, οφείλει τις ρίζες της στο πρόσωπο του Θεού. Ο χαρακτήρας του Θεού είναι καλός και συνεπώς κάθε τι που συμμορφώνεται με Αυτόν και το θέλημά Του είναι καλό. Ό,τι διαχωρίζεται από τον Θεό και το θέλημά Του είναι κακό. Ο ένας Θεός, λοιπόν, αποτελεί την απόλυτη βάση της ηθικής και επιτρέπει την ύπαρξη προσωπικής βάσης για ηθική που δικαιολογεί την αντικειμενική γνώση σχετικά με το καλό και το κακό.
Πέμπτον, το ερώτημα παραμένει, «τι κάνεις με την αμαρτία σου;» Ο χριστιανισμός έχει την πλέον δυνατή απάντηση στο πρόβλημα αυτό. Ο ινδουισμός, όπως και ο βουδισμός, έχει δύο, τουλάχιστον, ιδέες περί αμαρτίας. Η αμαρτία γίνεται αντιληπτή μερικές φορές ως άγνοια. Είναι αμαρτία αν κάποιος δεν βλέπει ή κατανοεί την πραγματικότητα όπως ο ινδουισμός την ορίζει. Αλλά παραμένει μια ιδέα περί ηθικού κακού που ονομάζεται «αμαρτία». Το να κάνεις σκοπίμως κάτι κακό, το να παραβείς έναν πνευματικό ή γήινο νόμο ή το να επιθυμείς κακά πράγματα θα πρέπει να είναι αμαρτία. Αυτός, όμως, ο ηθικός ορισμός της αμαρτίας δείχνει προς ένα είδος ηθικού σφάλματος που απαιτεί πραγματική εξιλέωση. Από πού μπορεί να προέλθει εξιλασμός; Μπορεί να προέλθει από την προσκόλληση στις αρχές της κάρμα; Η κάρμα είναι απρόσωπη και στερείται ηθικής. Θα μπορούσε κάποιος να προσπαθεί να κάνει καλά έργα για επιτύχει μια ισορροπία αλλά ποτέ κανένας δεν μπορεί να ξεφορτωθεί την αμαρτία του. Η κάρμα ούτε καν παρέχει ένα πλαίσιο στο οποίο το ηθικώς κακό χαρακτηρίζεται ηθικώς. Για παράδειγμα, ποιον έχουμε προσβάλλει αν αμαρτάνουμε κατ' ιδίαν; Η κάρμα δεν νοιάζεται για τον έναν ή άλλο τρόπο απλώς διότι δεν είναι πρόσωπο. Για παράδειγμα, υπόθεσε πως ένας άνθρωπος σκοτώνει τον γιο ενός άλλου ανθρώπου. Ενδεχομένως να προσφέρει χρήματα, περιουσία ή τον δικό του γιο προς τον αδικημένο. Δεν μπορεί όμως να επαναφέρει στη ζωή τον σκοτωμένο. Κανένα ποσό αποζημίωσης δεν μπορεί ν' αποκαταστήσει τη ζημιά της αμαρτίας. Μπορεί να γίνει εξιλέωση δια της προσευχής ή της αφοσίωσης στον Σίβα ή τον Βισνού; Ακόμη κι αν αυτοί οι χαρακτήρες προσφέρουν συγχώρηση, φαίνεται πως η αμαρτία εξακολουθεί να είναι απλήρωτο χρέος. Θα συγχωρούσαν την αμαρτία ως εάν αυτή ήταν δικαιολογημένη και θα οδηγούσαν κατόπιν τους ανθρώπους διαμέσου των πυλών της ευδαιμονίας.
Ο χριστιανισμός όμως αντιμετωπίζει την αμαρτία ως ηθική εκτροπή ενάντια στον μόνο, απόλυτο, προσωπικό Θεό. Από τότε που αμάρτησε ο Αδάμ, οι άνθρωποι είμαστε αμαρτωλοί. Η αμαρτία είναι πραγματική και δημιουργεί άπειρο κενό μεταξύ του ανθρώπου και της μακαριότητας. Η αμαρτία απαιτεί δικαιοσύνη. Δεν μπορεί όμως να εξισορροπήσει μ' έναν ίσο ή μεγαλύτερο αριθμό καλών έργων. Αν κάποιος έχει δέκα φορές παραπάνω καλά έργα απ' ότι είναι τα αμαρτωλά του έργα, εξακολουθεί να έχει το κακό στη συνείδησή του. Τι συμβαίνει με αυτά τα παραμένοντα κακά έργα; Συγχωρούνται ως εάν δεν ήσαν ποτέ σημαντικά; Τους επιτρέπεται η είσοδος στην ευδαιμονία; Πρόκειται για απλές ψευδαισθήσεις που δεν δημιουργούν κανένα πρόβλημα; Καμία από αυτές τις επιλογές δεν είναι η ενδεδειγμένη. Όσον αφορά την ψευδαίσθηση, η αμαρτία είναι πολύ πραγματική στη ζωή μας ώστε να ερμηνευθεί ως ψευδαίσθηση. Όσον αφορά την αμαρτωλότητά μας, όταν είμαστε ειλικρινείς, όλοι γνωρίζουμε πως έχουμε αμαρτήσει. Όσον αφορά τη συγχώρηση, το να συγχωρήσει κάποιος απλώς χωρίς κανένα τίμημα, αντιμετωπίζει την αμαρτία ως εάν δεν υπάρχει καμία συνέπεια. Γνωρίζουμε πως αυτό είναι ψευδές. Αναφορικά με την ευδαιμονία, δεν πρόκειται για πραγματική ευδαιμονία όσο η αμαρτία συνεχίζει κρυφά να εισδύει. Φαίνεται πως η κάρμα μας αφήνει με αμαρτία στην καρδιά μας και την υποψία πως έχουμε παραβιάσει κάποιο απόλυτο προσωπικό πρότυπο δικαίου και αδίκου. Και η ευδαιμονία είτε δεν μπορεί να μας ανεχθεί είτε πρέπει να σταματήσει να είναι τέλεια ώστε να μπορούμε να εισέλθουμε σ' αυτήν.
Στον χριστιανισμό, όμως, κάθε αμαρτία τιμωρείται, αν και αυτή τη τιμωρία έχει ήδη πραγματοποιηθεί στην προσωπική θυσία του Χριστού πάνω στον σταυρό. Ο Θεός έγινε άνθρωπος, έζησε μια τέλεια ζωή και πέθανε τον θάνατο που εμείς αξίζαμε. Σταυρώθηκε υπέρ ημών, μας αντικατέστησε κι έγινε εξιλασμός για τις αμαρτίες μας. Και αναστήθηκε αποδεικνύοντας πως ούτε ο θάνατος μπορούσε να τον εξουσιάσει. Υποσχέθηκε περαιτέρω την ίδια ανάσταση προς αιώνια ζωή για όλους που Τον πιστεύουν ως τον μόνο Κύριο και Σωτήρα τους (Ρωμαίους 3:10, 23, 6:23, 8:12, 10:9-10, Εφεσίους 2:8-9, Φιλιππησίους 3:21).
Τελικά, στον χριστιανισμό μπορούμε να γνωρίζουμε ότι έχουμε σωθεί. Δεν χρειάζεται να βασιζόμαστε σε κάποια φευγαλέα εμπειρία, ούτε στηριζόμαστε στα δικά μας καλά έργα ή στη θερμή αφοσίωσή μας, ούτε εμπιστευόμαστε έναν ψεύτικο θεό τον οποίο προσπαθούμε να πιστέψουμε ότι υπάρχει. Έχουμε τον ζωντανό και αληθινό Θεό, μια ιστορικά στερεωμένη πίστη, μια διαμένουσα και δοκιμασμένη αποκάλυψη του Θεού (οι Γραφές), μια θεολογικά ικανοποιητική βάση για ηθική ζωή και μια εγγυημένη πατρίδα στον ουρανό με τον Θεό.
Έτσι λοιπόν, τι σημαίνει αυτό για σένα; Ο Χριστός είναι η υπέρτατη πραγματικότητα! Ο Χριστός έγινε η τέλεια θυσία για τις αμαρτίες μας. Ο Θεός προσφέρει σε όλους μας συγχώρηση και σωτηρία αν απλά δεχθούμε το δώρο Του (Ιωάννης 1:12), πιστεύοντας στον Χριστό ως Σωτήρα που έδωσε τη ζωή Του για μας –τους φίλους Του. Αν εμπιστευθείς τον Χριστό ως τον μόνο Σωτήρα σου, θα έχεις απόλυτη βεβαιότητα για την αιώνια μακαριότητα στον Ουρανό. Ο Θεός θα συγχωρήσει τις αμαρτίες σου, θα καθαρίσει την ψυχή σου, θ' ανανεώσει το πνεύμα σου, θα σου δώσει άφθονη ζωή σ' αυτόν τον κόσμο και αιώνια μακαριότητα στη μετά θάνατο ζωή. Πώς ν' απορρίψει κανείς ένα τόσο πολύτιμο δώρο; Πώς να στρέψεις την πλάτη σου στον Θεό που σε αγάπησε τόσο και θυσιάστηκε για σένα;
Αν είσαι αβέβαιος για το τι πιστεύεις, σε καλούμε να μιλήσεις στον Θεό με την ακόλουθη προσευχή· «Θεέ, βοήθησέ με να γνωρίσω ποια είναι η αλήθεια. Βοήθησέ με να διακρίνω τι είναι πλάνη. Βοήθησέ με να γνωρίσω ποιο είναι το σωστό μονοπάτι της σωτηρίας.» Ο Θεός πάντοτε τιμά μια τέτοια προσευχή.
Αν θέλεις να δεχθείς τον Ιησού Χριστό ως Σωτήρα, απλά μίλα στον Θεό, λεκτικά ή σιωπηλά και πες Του ότι δέχεσαι το δώρο της σωτηρίας δια του Χριστού. Αν θέλεις να κάνεις μια προσευχή, σου δίνουμε ένα παράδειγμα: «Θεέ, σ' ευχαριστώ για την αγάπη Σου σε μένα. Σ' ευχαριστώ για τη θυσία του Χριστού για μένα. Σ' ευχαριστώ για τη συγχώρηση και τη σωτηρία που μου προσφέρεις. Δέχομαι το δώρο της σωτηρίας δια του Χριστού. Λαμβάνω τον Χριστό ως Σωτήρα μου. Αμήν!»
English
Είμαι ινδουιστής· γιατί να θεωρήσω πως πρέπει να γίνω χριστιανός;